Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή

Η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (Obsessive-Compulsive Disorder – OCD) είναι μια κοινή, χρόνια διαταραχή κατά την οποία ένα άτομο έχει ανεξέλεγκτες, επαναλαμβανόμενες σκέψεις και συμπεριφορές. Σύμφωνα με το γνωστικό μοντέλο, τα άτομα με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή εμπλέκονται σε έναν φαύλο κύκλο όπου οι «φυσιολογικές ιδεοληψίες» παρερμηνεύονται μέσω αυτομάτων σκέψεων, προκαλώντας ανεπιθύμητες συναισθηματικές αντιδράσεις, οι οποίες τα οδηγούν σε συμπεριφορές προς αποφυγή και εξουδετέρωση των ιδεοληψιών (ψυχαναγκασμοί). Η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή έχει πιθανότητες να εμφανιστεί ως και στο 2,5% των ανθρώπων κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωή τους, με ίδια συχνότητα και στα δύο φύλα.

Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή: Αίτια

Υπάρχουν και βιολογικοί και μη βιολογικοί παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής. Αρχικά έχει παρατηρηθεί κάποιου βαθμού κληρονομικότητα, αφού τα παιδιά γονέων που πάσχουν, μπορεί να εμφανίσουν τη διαταραχή, ακόμα κι αν έχουν ανατραφεί από ανάδοχες οικογένειες. Ακόμα έχει διαπιστωθεί μιας μορφής δυσλειτουργικότητα και υπερτροφία σε επίπεδο βασικών γαγγλίων του εγκεφάλου σε άτομα που πάσχουν, ενώ εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα σε ασθενείς με νευρολογικές διαταραχές και ανταποκρίνεται στη θεραπεία με ψυχοφάρμακα που επιδρούν στα επίπεδα της σεροτονίνης.

Οι μη βιολογικοί παράγοντες που ενοχοποιούνται για την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, έχουν να κάνουν με την ψυχολογία του ατόμου και τις εμπειρίες του, από μικρή κιόλας ηλικία. Όταν μια οικογένεια αποκλίνει από τον ιδανικό βαθμό λειτουργίας, το παιδί διαμορφώνει αρνητική εικόνα για τον εαυτό του, δηλαδή πεποιθήσεις του τύπου «δεν αξίζω να μ’ αγαπούν/ να με σέβονται / να με υπολογίζουν», «είμαι αδύναμος / ανήμπορος» κλπ. Αυτές οι πεποιθήσεις οδηγούν σε φόβο, θλίψη, ντροπή και ενοχή, αισθήματα τα οποία το παιδί απωθεί στο υποσυνείδητό του και κάποια στιγμή επιχειρούν να κάνουν την εμφάνισή τους στο συνειδητό, με αιτία κάποιο εξωγενές ερέθισμα. Αυτό μπορεί να αναδειχθεί σε κάθε ηλικία. Αν το άτομο νοιώσει ένα δυσάρεστο συναίσθημα χωρίς να γνωρίζει το γιατί, το μυαλό του ψάχνει να βρει αιτία για τα αρνητικά συναισθήματα, προκειμένου να έχει την αίσθηση του ελέγχου, καταφεύγοντας σε υπερβολικές σκέψεις. Άρα το άτομο προσπαθεί υποσυνείδητα να τιθασεύσει τον φόβο του, με το να τον αποδίδει σε ψεύτικες αιτίες και μετά να αντιμετωπίζει με συγκεκριμένες πράξεις αυτές τις αιτίες. Ως αποτέλεσμα προκύπτουν οι καταναγκασμοί (πχ το να πλύνει πολλές φορές τα χέρια του ή να ελέγχει πολλές φορές ότι έχει κλειδώσει).

Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή: Ιδεοληψίες και Καταναγκασμοί

Οι ιδεοληψίες είναι επίμονες ανεπιθύμητες ιδέες, παρορμήσεις, αμφιβολίες ή εικόνες, που το άτομο τις βιώνει ως εισβολή στη ροή της σκέψης του και είναι ακατανόητες ή προκαλούν δυσφορία. Όταν εμφανίζονται οι ιδεοληψίες, ακολουθούν οι καταναγκασμοί. Για παράδειγμα η ιδεοληψία «Μήπως δεν έκλεισα το μάτι της κουζίνας;» κ.λ.π. προκαλεί τον καταναγκασμό του να κάνει το άτομο αλλεπάλληλους ελέγχους στο μάτι της κουζίνας ενώ βλέπει ότι είναι κλειστό.

Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή: Συμπτώματα

Τα άτομα με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή μπορεί να έχουν εμμονές, καταναγκασμούς, ή και τα δύο. Καταστάσεις που επηρεάζουν όλες τις πτυχές της ζωής τους. Τα κοινά συμπτώματα περιλαμβάνουν φόβο μόλυνσης για μικρόβια, ανεπιθύμητες σκέψεις ή ταμπού που αφορούν το φύλο, τη θρησκεία και την σωματική ακεραιότητα, επιθετικές σκέψεις απέναντι στους άλλους, την ανάγκη να πρέπει να διατηρούν τα αντικείμενα σε συμμετρική ή «τέλεια» διάταξη. Οι πιο συνήθεις καταναγκασμοί περιλαμβάνουν την υπερβολική καθαριότητα, την τοποθέτηση και διάταξη των αντικειμένων με ένα συγκεκριμένο ακριβή τρόπο, τον κατ΄ επανάληψη έλεγχο για το αν μια πόρτα είναι κλειδωμένη ή την ψυχαναγκαστική καταμέτρηση. Ορισμένα άτομα με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή έχουν επίσης και κάποιο «τικ» όπως το να ανοιγοκλείνουν το μάτι (ή άλλες κινήσεις των ματιών), οι μορφασμοί του προσώπου, το ανασήκωμα των ώμων και το τίναγμα του κεφαλιού. Τα πιο συνήθη φωνητικά τικ περιλαμβάνουν επαναλαμβανόμενο «καθαρισμό» του λαιμού και την επαναλαμβανόμενη εισπνοή από την μύτη, σαν να προσπαθούν να οσφρηστούν κάτι. Τα συμπτώματα μπορεί εμφανίζονται και να εξαφανίζονται ή να μειώνονται με την πάροδο του χρόνου.

Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή: Αντιμετώπιση

Τα άτομα με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους με την αποφυγή καταστάσεων που τους προκαλούν εμμονές ή βρίσκοντας βοήθεια σε κάποια φάρμακα που θα τους ηρεμήσουν. Η Ψυχολογική Συμπεριφοριστική Θεραπεία θεωρείται η αποτελεσματικότερη μορφή ψυχολογικής θεραπείας για τέτοιου είδους προβλήματα, αφού μπορεί να βοηθήσει τους θεραπευόμενους να είναι λειτουργικοί και να έχουν καλύτερη ποιότητα ζωής. Ο στόχος της είναι να μάθει ο θεραπευόμενος, τρόπους για να διαχειρίζεται τον παράλογο φόβο/άγχος, ουσιαστικά μπαίνοντας στις καταστάσεις που τον φοβίζουν και τον αγχώνουν. Έτσι σιγά σιγά αποκτά όλο και μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και τελικά γίνεται θεραπευτής του εαυτού του. Μέσω αυτής, το άτομο ωθείται να σκεφτεί τι σημαίνουν οι ιδεοληψίες αυτές και προσπαθεί να τις αξιολογήσει, ενώ στη συνέχεια εξετάζει εναλλακτικές, σχετικά με τη σημασία των ιδεοληψιών. Συχνά, άτομα που πάσχουν από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή καλούνται να καταγράψουν σε ένα χαρτί τις ιδεοληψίες τους ή να τις μαγνητοφωνήσουν και να τις ακούνε συστηματικά, μέχρις ότου η παραγωγή άγχους να μειωθεί σε ανεκτά επίπεδα. Η γνωσιακή θεραπεία έχει αναπτύξει εξειδικευμένα προγράμματα για την αντιμετώπιση των ιδεοληψιών, προκειμένου να μάθει ο ασθενής να αγνοεί ή να εξοικειωθεί με τις σκέψεις του και να μη τις θεωρεί επικίνδυνες.

Μελέτες υποστηρίζουν ότι ο συνδυασμός φαρμακοθεραπείας και ψυχολογικής θεραπείας είναι ιδιαίτερα ωφέλιμος σε πολλές περιπτώσεις ατόμων με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή.