Διαταραχές ύπνου

Ο ύπνος είναι μια βασική βιολογική ανάγκη του οργανισμού που όμως δεν είναι για όλους δεδομένος. Οι διαταραχές ύπνου είναι ένα πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν οι περισσότεροι άνθρωποι τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους και αφορά στη δυσκολία στην έλευση του ύπνου ή στην αδυναμία διατήρησής του, με αποτέλεσμα το άτομο να μην καταφέρνει να ξεκουραστεί επαρκώς. Κατά συνέπεια αυτό μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τη διάθεση και την παραγωγικότητα του ατόμου, οδηγώντας σε αίσθημα κόπωσης και υπνηλίας καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Σύμφωνα με τα στοιχεία 10-15% του συνολικού πληθυσμού έχει χρόνια προβλήματα ύπνου, με τις γυναίκες και τους ηλικιωμένους να έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό. Στο 50% των ασθενών το πρόβλημα της αϋπνίας δημιουργείται από άλλες ψυχικές διαταραχές όπως είναι η κατάθλιψη, οι αγχώδεις διαταραχές, η σχιζοφρένεια και η διπολική διαταραχή.

Πού οφείλονται οι διαταραχές ύπνου;

Οι διαταραχές ύπνου μπορεί να οφείλονται σε ψυχικά ή σωματικά αίτια. Η αϋπνία συχνά συνδέεται με άγχος, που έρχεται είτε ως επακόλουθο κάποιας αγχώδους εμπειρίας είτε ως αντίδραση αναμονής σε μια κατάσταση που προκαλεί άγχος. Επίσης μπορεί να συνδέεται με αντίδραση στο πένθος, απώλεια ή σημαντική αλλαγή της ζωής. Το άτομο που υποφέρει βιώνει έντονη ανησυχία και δυσφορία.

Η προσωπικότητα του ασθενούς αυξάνει τις πιθανότητες για την ανάπτυξη διαταραχής του ύπνου. Το ψυχολογικό προφίλ ασθενών με διαταραχή ύπνου δείχνει ότι είναι εσωστρεφή άτομα που αρνούνται τα προβλήματά τους, προσπαθώντας να τα απωθήσουν. Επίσης άνθρωποι με τάση να ανησυχούν υπερβολικά ή έχουν μάθει να κοιμούνται σε συνθήκες συγκεκριμένες συνθήκες για παράδειγμα με θόρυβο, έχουν αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν στην ενήλικη ζωή τους διαταραχή ύπνου.

Οι χρόνιοι ασθενείς με τέτοιου είδους διαταραχές έχουν αναπτύξει αρνητικές αντιλήψεις και συνήθειες γύρω από τον ύπνο, που τελικά λειτουργούν ως παράγοντας κινδύνου. Έτσι για παράδειγμα, ένα άτομο που είναι πεπεισμένο πως αν δεν κοιμηθεί 8 ώρες δε θα είναι παραγωγικό την επόμενη μέρα στη δουλειά του, τελικά καταστρέφει την ίδια του την προσπάθεια να κοιμηθεί μπαίνοντας σε ένα φαύλο κύκλο αρνητικής πρόβλεψης. Αυτό προκαλεί άγχος που με τη σειρά του φέρνει σωματική ένταση και αϋπνία. Να σημειωθεί στο σημείο αυτό πως ο μεγάλος μεσημεριανός ύπνος, το κάπνισμα, η χρήση κάνναβης, ο καφές, το αλκοόλ πριν τον ύπνο, η τηλεόραση πριν τον ύπνο, η γυμναστική πριν τον ύπνο, το φως και ο θόρυβος στο χώρο ύπνου, είναι παράγοντες κινδύνου για το πρόβλημα που είτε το προκαλούν είτε το εντείνουν.

Διαταραχές ύπνου: Συμπτώματα

Τα συνηθέστερα συμπτώματα που σχετίζονται με τις διαταραχές ύπνου είναι η αϋπνία, η υπερυπνία, οι εφιάλτες, η υπνοβασία, το πολύ πρωινό ξύπνημα, οι νυχτερινές κράμπες, η ευερεθιστότητα, το αίσθημα κόπωσης κατά τη διάρκεια της ημέρας και η δυσκολία συγκέντρωσης.

Διαταραχές ύπνου: Πώς οδηγούμαστε στη Διάγνωση

Για να διαγνωσθούν οι διαταραχές ύπνου θα πρέπει να πληρούνται κάποια βασικά κριτήρια. Αυτό σημαίνει πως το άτομο θα πρέπει να βιώνει δυσκολία στην έναρξη ή στη διατήρηση του ύπνου ή να έχει κακή ποιότητα ύπνου. Επίσης το αϋπνικό επεισόδιο πρέπει να συμβαίνει τουλάχιστον 3 φορές την εβδομάδα και τουλάχιστον επί 1 μήνα, ενώ το άτομο συνήθως ανησυχεί και ασχολείται υπερβολικά με την έλλειψη ύπνου και τις συνέπειες που έχει αυτό στην καθημερινότητά του. Επιπλέον θα πρέπει να εξεταστεί αν η μη ικανοποιητική ποσότητα και ποιότητα του ύπνου προκαλεί σημαντική δυσφορία και προβλήματα στο κοινωνικό, επαγγελματικό και προσωπικό τομέα της ζωής του ατόμου. Τέλος, πρέπει να διερευνηθεί το αν η διαταραχή ύπνου δεν είναι αποτέλεσμα χρήσης ουσιών και σωματικής ασθένειας ή αν δεν εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της πορείας κάποιας άλλης ψυχικής διαταραχής όπως κατάθλιψης και γενικευμένης αγχώδους διαταραχής.

Διαταραχές ύπνου: Ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση

Η ψυχοθεραπευτική προσέγγιση βασίζεται στη γνωσιακή-συμπεριφορική θεωρία και στοχεύει στον εντοπισμό και την τροποποίηση των παραγόντων που διατηρούν τη διαταραχή ύπνου.

Ως πρώτο βήμα εντοπίζονται οι αρνητικές σκέψεις και οι πεποιθήσεις του ατόμου γύρω από τον ύπνο. Έπειτα γίνεται προσπάθεια αντικατάστασής τους με πιο λειτουργικές και ρεαλιστικές σκέψεις, κάτι που επιτυγχάνεται με συλλογή αποδείξεων που αντικρούουν τις διαστρεβλωμένες απόψεις του θεραπευόμενου γύρω από τον ύπνο. Είναι σημαντικό να αποδειχθεί στον ασθενή ότι ευθύνεται περισσότερο η ίδια η αρνητική πεποίθησή του, που φέρνει τον πανικό και την αϋπνία, παρά τα πραγματικά δεδομένα. Αυτή η αλλαγή των δυσλειτουργικών αντιλήψεων μειώνει το προσδοκώμενο άγχος και τη σωματική υπερδιέγερση, με αποτέλεσμα να επανέρχεται ο φυσιολογικός ύπνος.

Μια άλλη τεχνική είναι η καταγραφή των ανησυχιών του θεραπευόμενου. Με αυτή την τεχνική ο ίδιος μαθαίνει να καταγράφει τις σκέψεις και τις ανησυχίες του για την επόμενη μέρα, νωρίς το απόγευμα και μετά σκέφτεται λύσεις για κάθε ανησυχία που έχει και τις καταγράφει.

Το επόμενο στάδιο είναι η αξιολόγηση των συνηθειών του ύπνου που έχει υιοθετήσει ο ασθενής και η εκπαίδευσή του πάνω στην υγιεινή του ύπνου, στις σωστές συνθήκες που πρέπει να ακολουθήσει και να εφαρμόσει για έναν σωστό ποιοτικά ύπνο.

Τέλος, σημαντική τεχνική είναι η προοδευτική χαλάρωση των μυών ώστε να μειωθεί η σωματική υπερδιέγερση. Η χαλάρωση γίνεται προοδευτικά με ένταση και χαλάρωση μυϊκών ομάδων από τα άκρα προς το κορμό και το κεφάλι. Σκοπός της άσκησης είναι να αναγνωρίζει το άτομο πότε βρίσκεται σε σωματική ένταση και να καταφέρνει να χαλαρώνει το σώμα του.